Το Συρράκο βρίσκεται σε υψόμετρο 1.200 μέτρων στους πρόποδες του Όρους Περιστέρι της ανατολικής Ηπείρου. Στις αρχές του 15ου αιώνα κατοικήθηκε από βλαχόφωνους Έλληνες και ανέπτυξε ισχυρή κτηνοτροφία και εμπόριο προϊόντων μαλλιού. Η φήμη του ως σημαντικού παραγωγικού και εμπορικού κέντρου ειδών ιματισμού, είχε ξεπεράσει στον 17ο αιώνα τα όρια των Βαλκανίων και είχε φτάσει σε όλη την Ευρώπη.
Σπουδαίοι έμποροι
Το Συρράκο ήταν ονομαστό στις αγορές της Ιταλίας, Ισπανίας, Γαλλίας και Αυστρίας για τα ποιοτικά μάλλινα υφαντά του, όπως το φλοκάτο, κάλτσινο και δίμητο, καθώς και τις περιζήτητες κάπες του. Αρκετοί Συρρακιώτες έμποροι πλούτισαν από τη δημιουργία πρατηρίων πώλησης των ειδών τους στη Νάπολη, Βενετία, Τεργέστη, Βιέννη και Μόσχα.
Οι έντονες εμπορικές δραστηριότητες έφεραν στο Συρράκο σημαντικό πλούτο και κατ’ επέκταση ευημερία, μόρφωση και ανάπτυξη. Σ’ αυτό το χωριό γεννήθηκε το 1773 ο Ιωάννης Κωλέττης, ο οποίος έγινε ο πρώτος συνταγματικός πρωθυπουργός της Ελλάδας μετά την απελευθέρωση από τους Τούρκους. Επίσης, εκεί γεννήθηκε το 1868 ο ποιητής Κώστας Κρυστάλλης, ο οποίος πέθανε νεότατος από φυματίωση σε ηλικία 26 ετών.
Το Συρράκο δεν διακρινόταν μόνο για την εμπορική και κτηνοτροφική του ανάπτυξη, αλλά και για τα ήθη και έθιμά του, καθώς και τις γεύσεις του, ιδιαίτερα τις ξακουστές βλάχικες πίτες με σπανάκι, σέσκουλα, μαϊντανό, άνηθο και άλλα άγρια χόρτα του βουνού.
Φημισμένη είναι και η μουσικοχορευτική του παράδοση, με τους αργόσυρτους μυσταγωγικούς βλάχικους χορούς. Οι χορευτές φορούσαν βαριές χρωματιστές φορεσιές και χόρευαν με προσεγμένες κινήσεις, στις οποίες εναρμονίζεται το ταπεινό με το λεβέντικο, η σεμνότητα με τη χάρη και η απλότητα με την υπερηφάνεια. Χορεύοντας οι Συρρακιώτες δεν επεδίωκαν την επίδειξη και την πρόκληση, αλλά έδειχναν το μέτρο της ντροπής και του σεβασμού. Όπως οι ίδιοι λένε, «καλός ο σταυραετός, καλή όμως και η πετροπέρδικα».
Ραφτάδες και κτηνοτρόφοι
Στο Συρράκο αναπτύχθηκαν δύο κοινωνικές τάξεις, οι ραφτάδες (έμποροι υφασμάτων) και οι κτηνοτρόφοι. Η επικοινωνία μεταξύ τους αφορούσε μόνο στις οικονομικές συναλλαγές και ελάχιστα στις κοινωνικές σχέσεις.
Οι κτηνοτρόφοι, που κατείχαν το σημαντικό και πρωτογενές ζωικό κεφάλαιο, δεν απολάμβαναν ανάλογη οικονομική απολαβή και κοινωνική αναγνώριση. Η ζωή τους στις στάνες και τα χειμαδιά ήταν σκληρή και δεν τους επέτρεπε να μορφωθούν και να διεκδικήσουν κοινωνικά αξιώματα. Αντίθετα, οι ραφτάδες και έμποροι ζούσαν αριστοκρατικά και παρείχαν στα παιδιά τους πολύπλευρη μόρφωση στην Ελλάδα και το εξωτερικό, με αποτέλεσμα την αναρρίχησή τους στα ύπατα αξιώματα της χώρας.
Οι έντονοι, όμως, κοινωνικοί και οικονομικοί μετασχηματισμοί του 20ου αιώνα και ιδιαίτερα της δεκαετίας 1960-70, έπληξαν και τις δύο τάξεις του χωριού. Οι μεταπράτες και έμποροι εγκλωβίστηκαν στην οικογενειακού προσανατολισμού επιχειρηματική τους νοοτροπία, με αποτέλεσμα να υπερφαλαγγιστούν από τις ισχυρές, ευέλικτες και απρόσωπες εταιρείες, που δεν γνωρίζουν σύνορα και κοινωνικά στερεότυπα.
Η μείωση της εμπορικής δραστηριότητας είχε ως συνέπεια τον εγκλωβισμό των κτηνοτρόφων στον ορεινό όγκο των Τζουμέρκων, χωρίς να έχουν τη δυνατότητα διακίνησης των προϊόντων τους. Το δύσβατο οδικό δίκτυο και η απροθυμία των νεότερων να εκτρέφουν ζώα σε χειμαδιά, σήμανε τη μη αντιστρεπτή συρρίκνωσή τους.
Διατηρητέος οικισμός
Παλαιότερα το Συρράκο λειτουργούσε ως μικρογραφία μικρής αυτοτελούς χώρας, με τις δικές του υπηρεσίες, ιατρεία και σχολεία. Δεν στηριζόταν μόνο στη συνδρομή του εξασθενημένου, ούτως ή άλλως, ελληνικού κράτους, επειδή δεχόταν σημαντικές ευεργεσίες πλούσιων Συρρακιωτών.
Σήμερα μοιάζει με ένα τεράστιο αρχιτεκτονικό μουσείο, στο οποίο, όμως, λείπει η ζωή. Ευτυχώς, μερικοί νέοι άνθρωποι, που έλκουν την οικογενειακή τους καταγωγή από το Συρράκο, μετέτρεψαν τα εκπληκτικά αρχοντικά σπίτια των προγόνων τους σε ξενώνες υψηλού αισθητικού και λειτουργικού επιπέδου. Αυτό έχει ως αποτέλεσμα κυρίως τα καλοκαίρια, αλλά και στις γιορτές των Χριστουγέννων και του Πάσχα, να δέχεται το χωριό πολλούς επισκέπτες.
Η τουριστική άνθηση δεν είναι ανεξέλεγκτη στο Συρράκο, επειδή απαγορεύεται κάθε οικοδομική και αρχιτεκτονική παράβαση που πλήττει τον παραδοσιακό χαρακτήρα του οικισμού. Ούτε αυτοκίνητα κυκλοφορούν στο χωριό, καθώς η είσοδος σ’ αυτό γίνεται από ένα εκπληκτικό πέτρινο μονοπάτι μερικών εκατοντάδων μέτρων, με γεφυράκια και τρεχούμενα νερά, που από μόνο του αποτελεί τουριστικό αξιοθέατο. Οι επισκέπτες αφήνουν τα αυτοκίνητα τους έξω από το χωριό, σε σημείο που ούτε καν φαίνονται ή εμποδίζουν τη θέαση του οικισμού.
Οι σειρήνες της ανάπτυξης
Σήμερα στο Συρράκο έχει μείνει μόνο ένας κτηνοτρόφος, ο οποίος αντιμετωπίζει τεράστια προβλήματα διάθεσης και διακίνησης των προϊόντων του. Ευτυχώς που υπάρχουν οι ήπιοι τουριστικοί ξενώνες, οι οποίοι δίνουν ζωή στον οικισμό και αποτρέπουν την εξέλιξή του σε χωριό φάντασμα. Όσο χτυπάει η καμπάνα της εκκλησίας και τα τροκάνια των προβάτων, το βλάχικο αυτό αριστούργημα παραμένει υπερήφανο και εκθαμβωτικό.
Οι προσπάθειες να μετατραπεί το χωριό σε τουριστικό θέρετρο είναι σεβαστές, αρκεί να ληφθεί σοβαρά υπόψη ότι τα Τζουμέρκα αποτελούν καταφύγιο άγριας ζωής. Η διάνοιξη μεγάλου αυτοκινητόδρομου, που θα αποτελέσει παρακλάδι της Εγνατίας οδού και θα δώσει ζωή στα χωριά της περιοχής, θα δυσκολέψει επικίνδυνα τη ζωή των υπόλοιπων οργανισμών που συγκατοικούν στον ίδιο τόπο με τους ανθρώπους. Αν οι μπουλντόζες αναμετρηθούν με τα ζώα και τα φυτά, τα τελευταία σίγουρα θα χάσουν τη μάχη.
ΚΕΙΜΕΝΟ-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΠΗΓΗ: www.greecewithin.com
ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ
Οι υπερσύγχρονοι χώροι του Κέντρου Πολιτισμού του Ιδρύματος Σταύρος Νιάρχος στην Αθήνα πλημμύρισαν επισκέπτες από την Ελλάδα και το εξωτερικό που παρακολούθησαν το διεθνές συνέδριο Nostos 2023 με θέμα την Ψυχική Υγεία.
Στα χωριά του βουνού ζουν άνθρωποι που αναζωογονούν την ιδέα της ελευθερίας. Ένας από αυτούς ήταν ο αείμνηστος Λεωνίδας Ζαφειρόπουλος, ο οποίος τραγουδούσε σπάνια κολοκοτρωναίικα τραγούδια, που δεν είχαν ηχογραφηθεί και κινδύνευαν να χαθούν.
Το Ηρώδειο ταρακουνήθηκε από σκληρούς progressive rock ήχους. Οι μαρμάρινες κερκίδες, στις οποίες κάθονταν πριν 2.000 χρόνια αρχαίοι Έλληνες, χθες ήταν γεμάτες από λάτρεις των Socrates κάθε ηλικίας.
Στο εκκλησάκι των Αγίων Επτά Παίδων σε μια σχισμή του μαύρου ηφαιστειακού βράχου και κάτω από αφόρητη ζέστη, βιολιτζήδες και λαουτιέρηδες παίζουν νησιώτικα τραγούδια ασταμάτητα επί 24 ώρες, ενώ οι πιστοί χορεύουν μπροστά τους στη μικροσκοπική αμμουδιά.
Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση ανθρώπων στο νησάκι, γιατί είναι αμέτρητες οι φωλιές των πουλιών και θα κινδύνευαν τα αυγά και οι νεοσσοί. Ακόμα και το εκκλησάκι του Αϊ-Γιώργη μένει αλειτούργητο για χάρη των κορμοράνων και των πελεκάνων.
Έμεινε στον βυθό του Αιγαίου τέσσερα λεπτά χωρίς σκάφανδρο και κατόρθωσε να ανασύρει την άγκυρα της ιταλικής ναυαρχίδας, της οποίας είχε κοπεί η αλυσίδα.
Όταν πέθανε ο Γέρος του Μοριά, κατά τη διάρκεια της έκθεσης της σωρού του σε λαϊκό προσκύνημα, άγνωστος καλλιτέχνης αποτύπωσε επάνω στο νεκρικό κρεβάτι τη μορφή του σε γύψινο εκμαγείο, από το οποίο αναπαράχθηκε χάλκινο προσωπείο που εκτίθεται στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Αθηνών.
Στο Εθνικό Ιστορικό Μουσείο Αθηνών, στην Πλατεία Κολοκοτρώνη στην οδό Σταδίου, φυλάσσονται κειμήλια της Επανάστασης του 1821. Ανάμεσα σ’ αυτά περιλαμβάνονται η περικεφαλαία, οι επωμίδες και το γιλέκο του Κολοκοτρώνη.