Μανώλης Ρασούλης - Η αγάπη μένει

Χαμένος στα ερέβη, σε συναυλία του στην Αγία Φωτεινή Αμαρίου Ρεθύμνου.

Ο Μανώλης Ρασούλης ταξίδευε πολύ για να γνωρίσει τον κόσμο και να γράψει τους στίχους του. Λόγω στενής φιλίας υπήρξαμε συνταξιδιώτες σε μερικά ταξίδια και διαπιστώσαμε ότι σκαρφαλώνουμε τον ίδιο τοίχο από αντίθετες μεριές. Αυτός με την πένα του και εμείς με τον φακό μας, περιγράφουμε τον κόσμο και τις ζωές των ανθρώπων. Τον συναντήσαμε για τελευταία φορά λίγες μέρες πριν πεθάνει, όταν προλόγισε μια μουσική εκδήλωση για τον Μάνο Χατζηδάκη στο εντευκτήριο του βιβλιοπωλείου Ιανός. «Όποιος χάνει το μέτρο παίρνει μέτρα» είπε μεταξύ άλλων στο ακροατήριο, θέλοντας να σχολιάσει την κρίση που μαστίζει τη χώρα μας.


Συμπύκνωνε τη ζωή

Αυτός ο σπάνιος άνθρωπος και καλλιτέχνης συμπύκνωνε τη ζωή των Ελλήνων σε λίγα λόγια. Τακτοποιούσε τη σκέψη μας με ένα μόνο στιχάκι και μας αποσπούσε από την απεραντολογία και τη φλυαρία που διακρίνει τη φυλή μας. Οι στίχοι του διέπονταν από αυστηρή λιτότητα και δεν μπορούσες να προσθέσεις ή να αφαιρέσεις ούτε ένα κόμμα Ο Ρασούλης με τον φίλο του Κώστα Μπουζιώτα από την Κατερίνη. Ζούσαν και ανέπνεαν και οι δυο μέσα από το τραγούδι. χωρίς να τους καταστρέψεις.

Οι στίχοι τού έρχονταν στο μυαλό κατά ριπές και απρόσμενα, ενώ ο μόνιμος εφιάλτης του ήταν να βρει στυλό να τους γράψει κάπου. «Τους λέω 666 φορές για να μην τους ξεχάσω, όταν όμως τους ξεχάσω λέω ότι δεν χάθηκε ο κόσμος, θα μου ξανάρθουν».

Έπαιρνε τον ρυθμό από τους βαρκάρηδες που τραβάνε τα κουπιά και τον απέδιδε πίσω στον κόσμο σαν τραγούδι. Άκουγε καρφώματα από σφυριά και σκαρφιζόταν στίχους. Η πρωτογενής ύλη της δουλειάς του ήταν οι ήχοι της ζωής.

Ο Ρασούλης μικρός έψελνε στις εκκλησίες της Κρήτης κι από εκεί απόκτησε την αίσθηση του τραγουδιού. «Το ρεμπέτικο μοιάζει με θρησκευτική δραστηριότητα, έχει δερβίσικο βάθος και βάρος. Όταν γράφω στίχους επάνω σε ρυθμό ρεμπέτικο προτρέπομαι να πάω σε βάθος, είναι σαν να έχω πάθει εγκαύματα τρίτου βαθμού».

Το πρώτο τραγούδι του το έγραψε το 1972: «Μεσ’ τη μικρή αγκάλη σου γλιστρώ και πέφτω ολόρθος / κι ώσπου να πιω τα κάλλη σου μου μέθυσε ο πόθος». Είπε ότι θα ήθελε μετά από χρόνια, όταν δεν θα υπάρχει, να λένε οι άνθρωποι τους στίχους του: «Ένα κι ένα κάνουν δύο, λένε μέσ’ το καφενείο / μα εγώ κι εγώ εσένα, ένα κι ένα κάνουν ένα». Να λένε και το «Πότε Βούδας, πότε Κούδας», Ευτυχής γιατί βρήκε χαρτί και μολύβι να γράψει τους στίχους που του ήρθαν στο μυαλό.όχι μόνο για το νόημα που εκφράζει, αλλά και επειδή πίστευε ότι αυτός ο ποδοσφαιριστής ήθελε να επαναφέρει την παιδικότητα στο παιχνίδι του φτωχών ανθρώπων.

Στο κλασσικό ερώτημα σε τι διαφέρει η ποίηση από τη στιχουργία, ο Ρασούλης γνώριζε καλύτερα από κάθε άλλον την απάντηση: «Η στιχουργία σχετίζεται με την καθημερινότητα, ενώ η ποίηση με τα ερέβη και τη διαχρονικότητα. Ο Ελύτης προσπαθούσε να γράψει τραγούδια για την καθημερινότητα, αλλά ζοριζόταν. Η Νικολακοπούλου είναι στιχουργός με έντονη ποιητικότητα, που διαθλά το τραγούδι και το κάνει ατμοσφαιρικό. Οι Μοιραίοι του Βάρναλη και ο Επιτάφιος του Ρίτσου είναι πιο κοντά στη στιχουργία, επειδή έχουν μέτρα, ρίζες και αυστηρά κλισέ. Η ποίηση άφησε πίσω τα μέτρα και τις ρίζες κι ανοίχτηκε στην πλημμυρίδα».

Μερικές φορές χανόταν και ο Μανώλης στην ποιητικότητα, αλλά οι μαντινάδες τον επανέφεραν στην στιχουργία σαν τις άγκυρες και τον πολικό αστέρα.


Ήταν πολύ αγαπητός

Ο Ρασούλης δεν ήταν προσκολλημένος μονομερώς στην παράδοση, ήταν ανοιχτός και στην εξέλιξη. Είχε ζήσει για χρόνια στο Λονδίνο, το οποίο λάτρευε επειδή εκεί γεννιούνταν τα καινούργια ρεύματα. Αγαπούσε με πάθος την Κρήτη, ήταν όμως και πολίτης του κόσμου.

Συχνά ανέφερε ότι: «Ενώ στη βόρεια Κρήτη έχουν αεροπορικές εταιρείες,Ακόμα και στις συναυλίες ήταν μερικές φορές σκεφτικός και χαμένος στις σκέψεις του. στη νότια μιλούν συνέχεια για τηγανητά κουνέλια. Η προσκόλληση στην παράδοση έχει κάπως ξεχειλώσει και χρειάζεται λίγος εκμοντερνισμός και εκσυγχρονισμός για να ισορροπήσει η κατάσταση».

Ο Μανώλης έμοιαζε με μικρό παιδί που αντικρίζει τον κόσμο για πρώτη φορά και συνωστιζόταν με τα παιδιά για να δει από κοντά τον Τσάκι Τσαν ή σκαρφάλωνε τις νύχτες στις πυραμίδες των Φαραώ για να μελετήσει τις συζυγίες των αστέρων και να τραγουδήσει ριζίτικα τραγούδια.

Ήταν οικείος με όλους τους ανθρώπους και συνάμα απρόσιτος και μακρινός. Μέσα στην ψυχή του λειτουργούσε σαν πυρηνικός αντιδραστήρας μια γεννήτρια παραγωγής στίχων. Κατακλυζόταν από εκατομμύρια χαοτικά ερεθίσματα και τα μετασχημάτιζε σε συμπυκνωμένες σοφίες.

Πολλοί συγγραφείς έγραψαν για τη ματαιότητα και το πρόσκαιρο της εξουσίας και άλλοι τόσοι για τη δύναμη της αγάπης που αντέχει και υπομένει. Ο Ρασούλης συμπύκνωσε χωρίς φλυαρίες μέσα σε μια αράδα τα παραπάνω νοήματα, με τον στίχο του:Οι συναυλίες του αποτελούσαν σπάνια μυσταγωγική εμπειρία. «Οι κυβερνήσεις πέφτουνε, μα η αγάπη μένει».

Καθώς ο Ρασούλης ταξίδευε πολύ, οι φίλοι και οι συγγενείς του ήταν συνηθισμένοι να μην τον αναζητούν κάθε μέρα και δεν ανησυχούσαν όταν αργούσε να δώσει σημάδια ζωής. Είχε πολλούς συγγενείς και φίλους που τον αγαπούσαν και ήταν ιδιαίτερα κοινωνικός.

Όταν, όμως, αισθανόταν να τον πλημυρίζει η έμπνευση απομονωνόταν από τον κόσμο και αυτό το γνώριζαν καλά οι δικοί του άνθρωποι. Αν δεν απομονωνόταν δεν θα έγραφε ούτε μια αράδα στίχους, θα τον κατάπινε η καθημερινότητα και θα τον αχρήστευε. Δυστυχώς, σε μια τέτοια περίοδο "απομόνωσης" έπαθε καρδιακή προσβολή, χωρίς να υπάρχει δίπλα του κάποιος συγγενής ή φίλος να καλέσει ιατρική βοήθεια.


Ο φίλος του από την Κατερίνη

Εκτός από την αγαπημένη κόρη του και τα αδέλφια του, ο Μανώλης είχε αδελφικούς φίλους που δεν σχετίζονταν με τον επάγγελμά του, όπως το γυμναστή και σχολικό σύμβουλο Κώστα Μπουζιώτα από την Κατερίνη. Στο σπίτι του φίλου του έμενε για βδομάδες ο Ρασούλης, από το οποίο η θέα του Ολύμπου κόβει την ανάσα.

Ο Κώστας εκτρέφει και εκπαιδεύει περιστέρια που κάνουν θεαματικές πτήσεις και φιγούρες στον ουρανό. Μια μέρα ένα αρπαχτικό πουλί σκότωσε μια περιστέρα του Κώστα και ο ΡασούληςΧρησιμοποίησε τον Κούδα στους στίχους του επειδή πίστευε ότι ο ποδοσφαιριστής αυτός είχε επαναφέρει την παιδικότητα στο ποδόσφαιρο. του έγραψε στο άψε σβήσε ένα τραγούδι για να τον παρηγορήσει: «Ο Κώστας ο περιστεράς μ’ ογδόντα περιστέρια / έχει και μια περιστερά που όλο πετά στ’ αστέρια./ Για τούτο ο γυπαετός που την καραδοκούσε / την κλει στα μαύρα του φτερά κι εκείνη γουργουρούσε. / Ο Κώστας ο περιστεράς γι' αυτή την περιστέρα / στέ­κει από τότε τραγουδά και κλαίει νύχτα μέρα».

Ο Κώστας Μπουζιώτας πήρε το τρένο από την Κατερίνη για να έρθει στην κηδεία του Μανώλη Ρασούλη. Κατά τη διάρκεια της διαδρομής περιέγραψε σε μια κόλα χαρτί το βαθύτερο χαρακτήρα του μονάκριβου φίλου του: «Ζούσε στην κόψη του ξυραφιού μεταξύ δύο κόσμων, του Μικρόκοσμου της Καθημερινότητας και του Μεγάκοσμου της Σοφίας. Μέσα στον πρώτο βίωνε έντονα την κοινή μοίρα του με τους συνανθρώπους του και ένιωθε την έντονη παρόρμηση να αγωνίζεται για τα κοινωνικά ιδανικά, πολεμώντας ανελέητα το αρνητικό που μεταμφιέζεται σε θετικό, δηλαδή τους ‘‘κακούς που ντυθήκανε καλοί και πιάσαν εξουσίες’’, όπως αναφέρει χαρακτηριστικά σε κάποιους στίχους του. Μέσα στον Μεγάκοσμο της Σοφίας, στον οποίο αιωρείτο ο Ρασούλης, δεν είχε θέση ο εφήμερος κόσμος, αλλά η απόλυτη ελευθερία, η εσωτερική ενόραση και η πορεία προς το γνώθι σαυτόν. Ο Μανώλης διαπερνούσε το διάφραγμα της επικοινωνίας μεταξύ των δύο παραπάνω κόσμων με τη συχνότητα του εκκρεμούς και αυτό του προκαλούσε τρομερή πνευματική, ψυχική και σωματική ένταση.Δίσκοι του Ρασούλη με στίχους που μπήκαν στο στόμα όλων των Ελλήνων. Εξαντλημένος απ’ αυτή τη διαρκή ένταση και ανησυχία, κάποια στιγμή έκλεισε την πόρτα του Μικρόκοσμου και αφέθηκε στην αγκαλιά του Μεγάκοσμου. Πέρασε για πάντα στην άλλη όχθη με υπερηφάνεια, ευγένεια και διακριτικότητα».

Μαζί με τον Μπουζιώτα, στην Κατερίνη υπάρχουν εκατοντάδες ακόμα άνθρωποι που λατρεύουν τον Ρασούλη και σήμερα θρηνούν τον χαμό του. Κλαίνε οι Αντώνης, Ευτύχης , Μπάμπης, Αμαλία, Βαγγέλης, Θόδωρος, Χάρης, Γιάννης, Ζωή, Νίκος, Ελένη, Νόπη, Κούλα, Μαρία, Άννα και άλλοι πολλοί. Η πόλη ολόκληρη πενθεί.


Πήγε στον Καζαντζίδη

Αν υπάρχει ζωή μετά τον θάνατο, ο Μανώλης θα έχει συναντήσει ήδη τον Καζαντζίδη, τον οποίο αγαπούσε παθολογικά. Μόλις θάβανε τον Στέλιο, ο κόσμος έριχνε στον τάφο του μουσικά όργανα και άλλα αντικείμενα.

Ο Μανώλης έμεινε για πολλή ώρα πάνω από τον τάφο, μέχρι που ο νεκροθάφτης τον ρώτησε: «Θα ρίξεις κι εσύ τίποτα μέσα για να τελειώνουμε;». Ψάχτηκε από δω, ψάχτηκε από κει, δεν βρήκε τίποτα, κι έριξε μέσα το καπέλο του. Αυτό το καπέλο που αγαπούσε και ποτέ δεν αποχωριζόταν. Τώρα ο Καζαντζίδης θα του επιστρέψει το καπέλο και θα το φοράει και στην άλλη ζωή.
ΚΕΙΜΕΝΟ-ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ: ΓΙΩΡΓΟΣ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΣ
ΠΗΓΗ: www.greecewithin.com

ΠΕΡΙΣΣΟΤΕΡΕΣ ΦΩΤΟΓΡΑΦΙΕΣ

Αγαπημένη φωτογραφία του Ρασούλη, που τη βρήκε στο Μοναστηράκι ο φίλος και καλός συνεργάτης του Γιώργος Κοντογιάννης. Αγαπημένη φωτογραφία του Ρασούλη, που τη βρήκε στο Μοναστηράκι ο φίλος και καλός συνεργάτης του Γιώργος Κοντογιάννης.
Οι συναυλίες του Ρασούλη στην Κρήτη διέφεραν από αυτές της υπόλοιπης Ελλάδας, ήταν πιο ατμοσφαιρικές και συχνά πιο συναισθηματικά φορτισμένες. Οι συναυλίες του Ρασούλη στην Κρήτη διέφεραν από αυτές της υπόλοιπης Ελλάδας, ήταν πιο ατμοσφαιρικές και συχνά πιο συναισθηματικά φορτισμένες.

Σχόλια  

0 #1 ΔΗΜΟΣΘΕΝΗΣ ΠΑΤΤΑΚΟΣ  15-03-2011 06:52
Εξαιρετικό. "Ο μάγκας...δεν υπάρχει πια" !!!
Παράθεση
0 #2 Ανώνυμος  17-03-2011 06:53
Κι όμως υπάρχει !!!
Παράθεση
0 #3 Panagiwtis M. 17-03-2011 06:53
Δεκτά και σεβαστά όλα τα παραπάνω. Όμως το κενό επικοινωνίας τόσων ημερών δεν εξηγείται και εκ του θλιβερού αποτελέσματος δεν δικαιολογείται για κανέναν από όσους εκ των υστέρων ισχυρίζονται οτι τον αγαπούσαν. Μέχρι και ο Νταλάρας έκανε την "εμφάνισή" όταν πια είχε φύγει ο Ρασούλης...
Παράθεση
0 #4 Greecewithin 18-03-2011 06:54
Ο Ρασούλης ταξίδευε στην Ελλάδα και το εξωτερικό και χανόταν για εβδομάδες. Επίσης μέχρι πρόσφατα δεν είχε κινητό τηλέφωνο. Πολλές φορές κατέβαζε τα ακουστικά για να μην τον αποσπούν από τις σκέψεις του. Οι συγγενείς και φίλοι του θα έπρεπε να είχαν σπάσει εκατοντάδες φορές την πόρτα του για να δουν αν ζει. Δεν ανήκω στο οικογενειακό περιβάλλον του, ούτε στον πυρήνα των ανθρώπων που είχε συχνή επαφή και δεν έχω δικαίωμα να επεκταθώ στο θέμα. Εκείνο που με πληγώνει όμως είναι τα πρωτοσέλιδα και οι δηλώσεις επωνύμων που υπονοούν ότι πέθανε σαν παραμελημένο και περιθωριακό άτομο. Δεν είχε κανέναν ανάγκη ο Ρασούλης και ήταν υπερήφανος. Δεν ήταν καθόλου περιθωριακός, ήταν αξιοπρεπέστατος , ευγενικός και ανοιχτοχέρης. Δεν ήταν μικρό παιδί να τον αναζητούν στα αστυνομικά τμήματα κάθε φορά που χάνεται για μερικές μέρες.
Παράθεση
0 #5 Greecewithin 18-03-2011 06:55
Αυτό το άρθρο δεν το έγραψα για να δικαιολογήσω κανέναν, αλλά για να εκθέσω αυτά που μου είχε πει σε κάποιες συνεντεύξεις. Μου είχε κάνει τρομερή εντύπωση σαν άνθρωπος και καλλιτέχνης και θέλησα να τιμήσω τη μνήμη του.
Παράθεση

ΠΡΟΣΘΗΚΗ ΣΧΟΛΙΟΥ

*Υποχρεωτικά πεδία


ΔΕΙΤΕ ΑΚΟΜΑ

Βιδρονήσι Μικρής Πρέσπας - Κατοικείται μόνο από πουλιά

Δεν επιτρέπεται η πρόσβαση ανθρώπων στο νησάκι, γιατί είναι αμέτρητες οι φωλιές των πουλιών και θα κινδύνευαν τα αυγά και οι νεοσσοί. Ακόμα και το εκκλησάκι του Αϊ-Γιώργη μένει αλειτούργητο για χάρη των κορμοράνων και των πελεκάνων.

Κωνσταντινούπολη - Πού κοιμάται ο βασιλιάς;

Οι Έλληνες της Κωνσταντινούπολης, από την εποχή της Άλωσης μέχρι σήμερα, έχουν συνδέσει τον πρώην ναό της Αγίας Θεοδοσίας με τον τάφο του Κωνσταντίνου Παλαιολόγου. Αυτή την εικασία επιβεβαιώνει η μαρτυρία μιας σύγχρονης καθηγήτριας αρχαιολογίας.

Μυστράς - Το τελευταίο λίκνο του Βυζαντίου

Φωτογραφικό οδοιπορικό στην επιβλητική βυζαντινή καστροπολιτεία που γέννησε τον τελευταίο αυτοκράτορα του Βυζαντίου Κωνσταντίνο Παλαιολόγο.

Τεγέα Αρκαδίας - Εκπληκτικό Αρχαιολογικό Μουσείο

Το Αρχαιολογικό Μουσείο Τεγέας περιέχει θησαυρούς αρχαιοελληνικού κάλλους, που παρουσιάζονται με αριστοτεχνικό τρόπο. Η περιήγηση στο μουσείο αποτελεί σχεδόν μυσταγωγία.

Αθήνα - Μαγικό Κέντρο Πολιτισμού

Δεν είναι μόνο χρήσιμο, είναι και πολύ όμορφο το Κέντρο Πολιτισμού Ίδρυμα Σταύρος Νιάρχος. Χιλιάδες Έλληνες το επισκέπτονται και νοιώθουν υπερηφάνεια.

Ένα μαγαζί στα Βριλήσσια που σε γεμίζει νοσταλγία

Στην πλατεία Αναλήψεως των Βριλησσίων λειτουργεί από το 1947 ένα παραδοσιακό μαγαζί, που πουλάει αμέτρητα και σπάνια είδη καθημερινής χρήσης. Δεν είναι μόνο απαραίτητο, αλλά και όμορφο να το βλέπεις. Πουλάει τα πάντα και ξυπνάει νοσταλγικές μνήμες.

Αμάρι Ρεθύμνου - Πανηγυράκι κάτω από μια χαρουπιά

Στο νοτιότερο σχεδόν σημείο της Ελλάδας, δίπλα στο Λυβικό πέλαγος, υπάρχουν ακόμα φιλήσυχοι άνθρωποι που θρησκεύονται και διασκεδάζουν με απλούστατους τρόπους.

Λίμνη Πλαστήρα - Χειμωνιάτικα τοπία

Βρίσκεται στον Νομό Καρδίτσας στα 750 μέτρα υψόμετρο και προσφέρει ονειρικά τοπία.