Οι αγανακτισμένοι αποδοκιμάζουν με πάθος τις πολιτικές μετριότητες που έριξαν την Ελλάδα στα νύχια των διεθνών τοκογλύφων και οικονομικών δολοφόνων.Οι αγανακτισμένοι της πλατείας Συντάγματος στην Αθήνα χωρίζονται σε δύο μεγάλες κατηγορίες, που η μοναδική σχέση μεταξύ τους είναι η αντίθεσή τους προς την οικονομική πολιτική του μνημονίου και το σαθρό ελληνικό πολιτικό σύστημα. Η πρώτη και πιο πολυπληθής ομάδα συγκεντρώνεται στο επάνω διάζωμα μπροστά στo κτίριο της βουλής και η δεύτερη κάτω στον χώρο της πλατείας.

Περισσότερα...

Με τη σωστή εκπαίδευση βελτιώνεται η λειτουργική νοημοσύνη των μαθητών.

«Φοίτησα στο σχολείο για παιδιά με νοητική υστέρηση Θεοτόκος. Εκεί τέλειωσα το δημοτικό και τα εργαστήρια βιβλιοδεσίας και έμαθα να είμαι συνεπής στη δουλειά μου και να συνεργάζομαι καλά με τους συναδέλφους μου. Μετά ξεκίνησα μαθητεία στη βιβλιοθήκη ενός κρατικού ιδρύματος και μετά με έκαναν μόνιμο υπάλληλο. Από τότε μέχρι σήμερα είναι συνεχώς δίπλα μου οι άνθρωποι του σχολείου Θεοτόκος. Αυτοί με βοηθούν να λύσω προβλήματα που έχω στη δουλειά  μου, αλλά και στην προσωπική μου ζωή. Θα ήθελα να σας πω πόσο έχει αλλάξει η ζωή μου από τότε που άρχισα να δουλεύω. Έχω τα δικά μου χρήματα και μπορώ  να επιλέγω πώς θα τα χρησιμοποιήσω. Έχω τους φίλους μου και κανονίζω μαζί τους τι θα κάνω στον ελεύθερο χρόνο μου. Κάνω, δηλαδή, πράγματα και ζω όπως όλοι οι άνθρωποι. Ευχαριστώ για την ευκαιρία που μου έδωσαν να δουλέψω. Έτσι απέδειξα πόσο καλά μπορώ να τα καταφέρω».

Περισσότερα...

Ξοδεύει τουλάχιστον σαράντα ώρες σκληρής δουλειάς για να φτιάξει ένα κόσμημα από τιτάνιο.

«Πριν από λίγο καιρό με σύστη­σαν σε μία 70χρονη γυναί­κα. Μόλις έπιασε το χέρι μου για να με χαιρετήσει, είπε: Τι ωραίο δαχτυλίδι είναι αυτό που φοράς, μου αρέσει πολύ. Θα φορούσατε ένα τέτοιο δαχτυλίδι; τη ρώτησα. Οπωσ­δήποτε ναι, μου απάντησε. Συνήθως οι ηλικιωμένες γυναίκες φορούν μπρι­γιάν και χρυσά κοσμήματα, αυτή όμως είχε δυναμικό χαρακτήρα και την τράβηξε το δαχτυλίδι από τιτάνιο».

Περισσότερα...

Προσηλωμένος σε ανεπαίσθητες λεπτομέρειες διαχειρίζεται το φως.

«Ξύπνησα ένα πρωί και βρήκα δίπλα στο μαξιλάρι μου μια μικρή φωτογραφική μηχανή, που μου χάρισε ένας θείος μου φωτογράφος. Βγήκα αμέσως στη γειτονιά και τράβηξα όλες τις φωτογραφίες. Θυμόμουν ότι δεν πρέπει να πάρει φως το φιλμ, γι’ αυτό τον λόγο κλείστηκα σε μια ντουλάπα και το ξεδίπλωσα, νομίζοντας ότι έτσι θα δω τις εικόνες. Δεν έβλεπα όμως στο σκοτάδι και άνοιξα λίγο την πόρτα της ντουλάπας, αλλά ούτε τότε τις είδα. Απογοητευμένος πήρα τον δρόμο για τον φωτογράφο της γειτονιάς, στο Ηράκλειο της Κρήτης. Του έδειξα το ξεδιπλωμένο φιλμ και εκείνος αντί να μου δώσει φωτογραφίες, μου έδωσε μια μούντζα. Επί χρόνια μού το χτύπαγε, πιο πολύ όταν έγινα γνωστός φωτογράφος».

Περισσότερα...

Λατρεύει την ελιά επειδή είναι δύσκολο ξύλο και δεν τιθασεύεται εύκολα.

«Από μικρή όταν έβλεπα ένα δέντρο ελιάς έφερνα στο μυαλό μου τα στεφάνια της αρχαιότητας. Πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι το 2004, τότε που με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων, η Ακαδημία Αθηνών μού ζήτησε να φτιάξω δυο στεφανάκια γάμου από κλαδιά ελιάς. Ήθελαν να τα εντάξουν στην έκθεση με τίτλο "Ελιάς Εγκώμιο", που συνέδεε την ελιά με τη γέννηση, τον γάμο και τον θάνατο».

Περισσότερα...

Πάντα ευγενική και εξυπηρετική.

«Παλιά ήρθε ένας κύριος να νοικιάσει το μαγαζί και μας είπε: Θα το κάνω καφετέρια, θα φαίνεται μοντέρνο, θα βάλλω μάρμαρα, θα σας δώσω νοίκι δύο εκατομμύρια δραχμές. Εμείς, όμως, δεν δεχτήκαμε. Από το 1947 έχουμε το μαγαζί και έχουμε δεθεί πολύ μ’ αυτό. Εξ’ άλλου αν το αφήναμε με τι θα ασχολιόμασταν;».

Περισσότερα...

Ερασιτέχνες ψαράδες περνούν την ώρα τους ψαρεύοντας στην Ελευσίνα.

«Ένας από τους πολλούς λόγους που αγαπώ την Ελλάδα είναι η θάλασσα. Κρίμα που δεν έχει και η πατρίδα μου η Αρμενία. Μ’ αρέσει να ψαρεύω τις Κυριακές, πιο πολύ για χόμπι. Να κάτσω στο σπίτι να κάνω τι; Να μου ζητάνε οι γυναίκες κάνε αυτό και κάνε το άλλο;».

Περισσότερα...

Το λιμανάκι του Αγ. Νικολάου στο Κερατσίνι όπου συναντούνται οι μερακλήδες ψαράδες.

«Το πιο ωραίο συναίσθημα είναι να ταξιδεύω μόνος νωρίς το πρωί, γιατί εκείνες τις ώρες φεύγω μακριά από τα προβλήματά μου. Είναι όμορφο να βλέπω τα φανάρια (φάρους) και να εκτιμώ σε ποιον τόπο βρίσκομαι. Το κάθε φανάρι αναβοσβήνει με τον δικό του τρόπο, κανένα δεν είναι το ίδιο με τα άλλα. Αν κι έχω GPS δεν το χρησιμοποιώ, προτιμώ να βρίσκω εμπειρικά την πορεία μου. Τα βράδια κοιτάζω στον ουρανό τον Σταυρό του Νότου και προσανατολίζομαι».

Περισσότερα...

Στο Πέραμα του Πειραιά βρίσκεται μια υποβαθμισμένη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, στην οποία δουλεύουν λίγες χιλιάδες εργάτες. Η δουλειά εκεί είναι πολύ σκληρή και επικίνδυνη, με αποτέλεσμα να χάνονται κάθε τόσο ζωές. Τα εργατικά σωματεία είναι πανίσχυρα και δεν επιτρέπουν την παραμικρή παράβαση της εργατικής νομοθεσίας από τη μεριά των εργοδοτών. Προτιμούν να πεθάνουν της πείνας, παρά να χάσουν δικαιώματα που κατοχύρωσαν μετά από θυσίες. Οι ελάχιστοι άνθρωποι που βρίσκουν ενδιαφέροντα τα ναυπηγεία είναι οι φωτογράφοι, επειδή εκεί περισσεύουν τα θλιμμένα χρώματα, τα σκαμμένα πρόσωπα και τα μισοβυθισμένα σκαριά που πεθαίνουν στα βρώμικα νερά.

Περισσότερα...

Μία από τις ελάχιστες μεγάλες ναυπηγήσεις στο Πέραμα σε εξέλιξη.

«Αν δεν είχαμε τα σωματεία θα είχαμε πεθάνει. Η δική μας δουλειά δεν έχει σχέση με τους δημόσιους υπάλληλους. Κάτι σωματεία σαν την ΑΔΕΔΥ δεν τα λογαριάζουμε εμείς, αυτά είναι κινήματα του καναπέ, που έβαλαν τα κόμματα μέσα στον συνδικαλισμό για να καταστρέψουν τον αγώνα του αληθινού εργάτη».

Περισσότερα...

Χαρακτηριστική επέλαση που μοιάζει με χορευτική φιγούρα. Σαν να μην πέρασε μια μέρα.

«Δεν σταματούσα ποτέ να παίζω ποδό­σφαιρο. Ακόμα και σαν παίχτης του Παναθηναϊκού έπαιζα μπάλα το πρωί στον δρόμο και το απόγευμα στο πρω­τάθλημα. Κουραζόταν πιο πολύ το μυαλό παρά τα πόδια μου. Έπρεπε να φτιάξω το παιχνίδι, να στείλω μπαλιές στον Αντωνιάδη, να αποφύγω τα χτυπήματα. Όταν γυρνούσα από τον αγώνα στο σπίτι δεν ήθελα για μια ώρα να μου μιλάει κανείς, για να ξεκουραστεί το μυαλό μου».

Περισσότερα...

 Η παλέτα του αγιογράφου, που μετατρέπει γυμνούς τοίχους σε μνήμες Αγίων.

«Ο παπάς στο χωριό μου, το Πληκάτι Ιωαννίνων, ζωγράφιζε εικόνες. Έφτιαξα κι εγώ δίπλα του μια Παναγίτσα, την οποία έδειξα κάποτε στον δάσκαλο αγιογραφίας στην Αθήνα Νίκο Στρατούλη. Μόλις την είδε μου έκανε το ερώτημα: Τι θες να γίνεις, ζωγράφος ή αγιογράφος; Κόλλησα, τι να του πω τώρα; Μήπως δεν του άρεσε η απάντησή μου και μου έλεγε πάρε δρόμο; Του είπα αγιογράφος για να τον ευχαριστήσω. Με κοίταξε με ικανοποίηση και είπε: Έλα τη Δευτέρα και κράτα μαζί σου ένα παλιό παντελόνι για να μη λερωθείς στις σκαλωσιές. Αν του είχα πει ότι θέλω να γίνω ζωγράφος, ποιος ξέρει πού θα ήμουν τώρα».

Περισσότερα...