Ετικέτα: Επαγγέλματα

  • Αθήνα - Πλάθοντας το φως

    Προσηλωμένος σε ανεπαίσθητες λεπτομέρειες διαχειρίζεται το φως.

    «Ξύπνησα ένα πρωί και βρήκα δίπλα στο μαξιλάρι μου μια μικρή φωτογραφική μηχανή, που μου χάρισε ένας θείος μου φωτογράφος. Βγήκα αμέσως στη γειτονιά και τράβηξα όλες τις φωτογραφίες. Θυμόμουν ότι δεν πρέπει να πάρει φως το φιλμ, γι’ αυτό τον λόγο κλείστηκα σε μια ντουλάπα και το ξεδίπλωσα, νομίζοντας ότι έτσι θα δω τις εικόνες. Δεν έβλεπα όμως στο σκοτάδι και άνοιξα λίγο την πόρτα της ντουλάπας, αλλά ούτε τότε τις είδα. Απογοητευμένος πήρα τον δρόμο για τον φωτογράφο της γειτονιάς, στο Ηράκλειο της Κρήτης. Του έδειξα το ξεδιπλωμένο φιλμ και εκείνος αντί να μου δώσει φωτογραφίες, μου έδωσε μια μούντζα. Επί χρόνια μού το χτύπαγε, πιο πολύ όταν έγινα γνωστός φωτογράφος».

  • Θεσσαλονίκη - Το μπλουζ είναι η αλήθεια

    Οι συναυλίες τους αποτελούν μοναδική μυσταγωγία.

    «Ξεκίνησα με αφέλεια και ρομαντισμό. Νόμιζα ότι μέσω της μουσικής θα μοιραζόμουν με τους άλλους φιλία, πόνο και χαρά, αλλά απογοητεύτηκα. Μερικοί χρησιμοποι­ούν τη μουσική σαν όπλο και πολεμούν μεταξύ τους. Εμείς δεν έχουμε σχέση μ’ αυτά. Τραγουδάμε με τα μάτια κλει­στά και δεν κοιτάμε τις κάμερες, όταν αυτές στρέφονται επάνω μας».

  • Αθήνα - Επικοινωνεί με την ελιά

    Λατρεύει την ελιά επειδή είναι δύσκολο ξύλο και δεν τιθασεύεται εύκολα.

    «Από μικρή όταν έβλεπα ένα δέντρο ελιάς έφερνα στο μυαλό μου τα στεφάνια της αρχαιότητας. Πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι το 2004, τότε που με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων, η Ακαδημία Αθηνών μού ζήτησε να φτιάξω δυο στεφανάκια γάμου από κλαδιά ελιάς. Ήθελαν να τα εντάξουν στην έκθεση με τίτλο "Ελιάς Εγκώμιο", που συνέδεε την ελιά με τη γέννηση, τον γάμο και τον θάνατο».

  • Βριλήσσια - Νεωτερισμοί «Σάκης»

    Πάντα ευγενική και εξυπηρετική.

    «Παλιά ήρθε ένας κύριος να νοικιάσει το μαγαζί και μας είπε: Θα το κάνω καφετέρια, θα φαίνεται μοντέρνο, θα βάλλω μάρμαρα, θα σας δώσω νοίκι δύο εκατομμύρια δραχμές. Εμείς, όμως, δεν δεχτήκαμε. Από το 1947 έχουμε το μαγαζί και έχουμε δεθεί πολύ μ’ αυτό. Εξ’ άλλου αν το αφήναμε με τι θα ασχολιόμασταν;».

  • Βυζάρι Αμαρίου Ρεθύμνου - Από την Ταϊτή στην Κρήτη

    Ανάμεσα στα αντικείμενα που φτιάχνει είναι και εξαιρετικά ξύλινα σκάκια.

    «Ρώτησα πιο είναι το πιο νότιο μέρος της Ευρώπης και μου είπαν η νότια Κρήτη. Έψαχνα να βρω έναν καλό τόπο για να ζήσω, που να κάνει ζέστη και να έχει ήλιο όλο τον χρόνο. Ονειρευόμουνα ένα σπίτι μακριά από πόλεις, που να έχει κοντά μια πηγή νερού και δέντρα. Στο πρώτο σπίτι που βρήκα δεν είχε ούτε ρεύμα, μόνο ένα τζάκι στη γωνιά. Για να ψήσω καφέ κάθε πρωί άναβα ξύλα, σιγά-σιγά όμως αγόρασα ένα πετρογκάζ από το μαγαζί του χωριού».

  • Ιωάννινα - Σκαλίζοντας το ασήμι

    Κρατάει ζωντανή την τέχνη της αργυροχοΐας από παιδί.

    «Δεν είμαι αργυροχρυσοχόος, αλλά σκέτο αργυροχόος. Από μικρός δεν τα πήγαινα καλά με τα γράμματα, ήταν και το πολύ ξύλο που τρώγαμε από τους δασκάλους. Το 1971 κατέβηκα στην Αθήνα και μαθήτευσα επί δυόμισι χρόνια δίπλα σε έναν Γιαννιώτη τεχνίτη. Τον θυμάμαι να με συμβουλεύει: Bάλε 70% καλλιτεχνία και 30% παραγωγή. Είχε δίκιο, αν έβαζα 100% τέχνη δεν θα έβρισκα ούτε έναν αγοραστή τον χρόνο, ενώ αν έδινα  μεγαλύτερο βάρος στην παραγωγή δεν θα κρατούσα την τέχνη ζωντανή».

  • Παλιάμπελα Πιερίας - Όπως οι αρχαίοι πιθαράδες

    Φτιάχνει σφυρίκια όπως οι αρχαίοι Έλληνες

    «Για να κατανοήσεις μια τέχνη πρέπει να τη μελετήσεις από τις ρίζες της. Γι' αυτό ταξίδεψα πολλές φορές στο Θραψανό Ηρακλείου, που είναι το κέντρο των πιθαράδων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Πήγα και στις Μαργαρίτες Ρεθύμνου, όπου μαθήτευσα δίπλα στο Νικόλαο Καυγαλάκη, τον αποκαλούμενο Μαστοροκαυγαλάκη. Καλός τεχνίτης και άνθρωπος, ένα τον ρωτούσα και δέκα μου έλεγε. Σε άλλους ρωτάς ένα και σου λένε μισό. Εκπαιδεύτηκα και στο Χαροκοπιό, τα Βουνάρια και τους Κόμπους Κορώνης, δίπλα στον Γεώργιο Αγγελόπουλο. Εκεί φτιάχνουν πιθάρια με δικό τους μόνο χώμα και εντελώς πρωτόγονη τεχνική, καθώς δεν χρησιμοποιούν τροχό. Αντί να γυρίζει το πιθάρι γυρίζουν οι πιθαράδες γύρω απ’ αυτό».

  • Συρράκο Ιωαννίνων - Ο τελευταίος τσέλιγκας

    Ο Τόλης ο τσέλιγκας εκτρέφει πρόβατα σπάνιας ράτσας «κομισάνα».

    «Δεν ευκαιρώ ούτε στα Γιάννινα να πάω για καφέ. Ασχολούμαι με τα ζώα 25 ώρες το 24ωρο, αν τα αφήσω μ’ άφησαν. Δεν είμαι σαν τους δημόσιους υπαλλήλους που παίρνουν άδεια και άντε γεια. Ο πρωθυπουργός έχει περισσότερο χρόνο από μένα». Ο Τόλης Ψόχιος είναι ο τελευταίος τσέλιγκας στο ιστορικό Συρράκο, που βρίσκεται σε υψόμετρο 1.200 μέτρων στην πλαγιά του όρους Περιστέρι της ανατολικής Ηπείρου.

  • Μαντινεία Αρκαδίας - Μαναρεύει το μοσχοφίλερο

    Μικρή η παραγωγή του, αλλά αγνή και εκλεκτή.

    «Κάθε βράδυ, μετά τη δύση του ήλιου, πίσω από το Μαίναλον, σταματάει να φυσάει και ο τόπος αποκτάει μια τρομερή γαλήνη. Το μόνο που ακούγεται είναι τα βατράχια που ζουν στις γύρω μικρές λίμνες. Το βράδυ της Κυριακής οι φωνές των βατραχιών αναμειγνύονται με τον ήχο των αυτοκινήτων, που ακούγονται μακριά από τη δημοσιά, καθώς επιστρέφουν στην Αθήνα».

  • Τρίπολη - Δίνει ζωή στο ξύλο

    Βγάζει έντιμα το ψωμί του με το σκαρπέλο και προάγει μια σπάνια τέχνη που τείνει να χαθεί.

    «Νεαρός δούλεψα σε παραδοσιακό εργαστήριο ξυλογλυπτικής στο Παγκράτι της Αθήνας με καλό μισθό 20.000 δραχμές την βδομάδα, αλλά δεν κάθισα πάνω από έναν χρόνο, επειδή δεν δίνανε πολλή σημασία στις λεπτομέρειες. Έπιασα δουλειά σε ένα άλλο εργαστήριο στο Μετς με 6.000 τη βδομάδα, όπου δεν τους ξέφευγε η απρόσεκτη δουλειά. Προτίμησα να βγάζω λιγότερα και να μαθαίνω περισσότερα. Τα σημερινά παιδιά φτιάχνουν κάτι και θέλουνε να τα κονομήσουν αμέσως, δεν κοιτάνε να κλέψουν από την εμπειρία των άλλων».

  • Ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη Περάματος - Παρακμή και εγκατάλειψη

    Στο Πέραμα του Πειραιά βρίσκεται μια υποβαθμισμένη ναυπηγοεπισκευαστική ζώνη, στην οποία δουλεύουν λίγες χιλιάδες εργάτες. Η δουλειά εκεί είναι πολύ σκληρή και επικίνδυνη, με αποτέλεσμα να χάνονται κάθε τόσο ζωές. Τα εργατικά σωματεία είναι πανίσχυρα και δεν επιτρέπουν την παραμικρή παράβαση της εργατικής νομοθεσίας από τη μεριά των εργοδοτών. Προτιμούν να πεθάνουν της πείνας, παρά να χάσουν δικαιώματα που κατοχύρωσαν μετά από θυσίες. Οι ελάχιστοι άνθρωποι που βρίσκουν ενδιαφέροντα τα ναυπηγεία είναι οι φωτογράφοι, επειδή εκεί περισσεύουν τα θλιμμένα χρώματα, τα σκαμμένα πρόσωπα και τα μισοβυθισμένα σκαριά που πεθαίνουν στα βρώμικα νερά.

  • Πέραμα - Τα βαπόρια περνούν από μακριά

    Μία από τις ελάχιστες μεγάλες ναυπηγήσεις στο Πέραμα σε εξέλιξη.

    «Αν δεν είχαμε τα σωματεία θα είχαμε πεθάνει. Η δική μας δουλειά δεν έχει σχέση με τους δημόσιους υπάλληλους. Κάτι σωματεία σαν την ΑΔΕΔΥ δεν τα λογαριάζουμε εμείς, αυτά είναι κινήματα του καναπέ, που έβαλαν τα κόμματα μέσα στον συνδικαλισμό για να καταστρέψουν τον αγώνα του αληθινού εργάτη».

  • Σαντορίνη - Ψαράς και λαουτιέρης

    Παίζει συχνά λαούτο στο καΐκι του και τον συντροφεύει ο γιος του Αντώνης με το βιολί του.

    «Δεν φοβάμαι καθόλου τη θάλασσα και ούτε μου περνάει από το μυαλό ότι μπορεί να πνιγώ. Αν δεν τη βλέπω έστω κι από μακριά με πιάνει κάτι σαν φοβία και νομίζω ότι πεθαίνω. Μια φορά με πήγαν στην Παναγία Σουμελά στη Μακεδονία και μετά βίας άντεξα στα βουνά και δεν τρελάθηκα. Μάλλον η Παναγία έβαλε το χέρι της και με έσωσε».

  • Λιβάδι Ολύμπου - Μόνο τα δόντια τους ασπρίζανε

    Συνεχώς περιποιούνται και πεταλώνουν τα άλογά τους, γιατί μ’ αυτά τα ζώα βγάζουν το ψωμί τους.

    Μετά τις τεράστιες φωτιές της Πελοποννήσου το 2007 ολόκληρη η Ελλάδα περίμενε σαν σωτήρες τους δασεργάτες που στρώνουν φράγματα με κορμούς δέντρων στις πλαγιές των καμένων βουνών για να ανακόψουν τα νερά των βροχών. Πόσοι αναρωτήθηκαν από πού κατάγονται αυτοί οι άνθρωποι και πώς έμαθαν  αυτή τη δουλειά;

  • Ελάτη Γορτυνίας - Μαγεμένος από το βουνό

    Τον μαγεύουν τα δέντρα και η αξεπέραστη ποικιλία των κλαδιών τους.

    «Σπούδασα οικονομικά και είχα σαν όνειρο να ασχοληθώ με τους αγροτικούς συνεταιρισμούς, αλλά κατέληξα λογιστής σ’ ένα συνεταιρισμό υδραυλικών. Δεν μου άρεσε αυτή η δουλειά, ούτε και η Αθήνα, την οποία έψαχνα ευκαιρία να εγκαταλείψω. Δεν ένοιωθα ελεύθερος σ’ αυτή την πόλη, δεν μπορούσα να αφομοιώσω τις παραστάσεις και τα μηνύματα, ήμουν σαν χαμένος. Στα 28 χρόνια μου συνειδητοποίησα οριστικά ότι τα έχω πάρει όλα λάθος και αποφάσισα να μηδενίσω το κοντέρ. Τέρμα οι γνώσεις που είχα αποκτήσει μέχρι τότε, τέρμα και οι δουλειές που δεν έδιναν νόημα στη ζωή μου».

  • Νήσος Ιωαννίνων - Τελευταίοι και μόνοι

    Η Νήσος Ιωαννίνων μοιάζει σαν ζωγραφιά επάνω στα νερά της Παμβώτιδας λίμνης.

    «Δεν υπήρχαν παλιά μπότες και αδιάβροχα, ένα παλιομάλλινο φορούσαμε και βγαίναμε για ψάρεμα. Πώς διάολο αντέξαμε και δεν πάθαμε ρευματισμούς από την υγρασία; Δεν έχεις ιδέα πόσο κρύο έκανε, σπάγαμε με τα κουπιά τον πάγο στη λίμνη για να βγάλουμε τα δίχτυα. Τώρα έχουν μηχανάκια και τον σπάνε».

  • Λιβάδι Ελασσόνας - Η τυράννια του αγωγιάτη

     

    Η αγάπη του για τα άλογα τον κρατάει στο χωριό του.«Μιλάμε για φτώχεια. Νομίζεις ότι τρώνε λίγο τα άλογα; Πώς να τα ταΐσω; Το καθένα τρώει ένα τόνο κριθάρι τον χρόνο, χώρια τα άχυρα. Για να αγοράσω ένα άλογο δεν με φτάνουν τρεις χιλιάδες ευρώ, συν πεντακόσια το σαμάρι και τα λουριά του. Το φθηνότερο αλυσοπρίονο έφτασε τα χίλια ευρώ. Όλα τα χρόνια μου θυμάμαι τυράννια και τίποτα άλλο».

  • Πυργί Χίου - Καλλιτέχνες σοβατζήδες

    Μαγικό χωριό γεμάτο ξυστά έργα τέχνης. Οι κόκκινες πινελιές από τα ντοματάκια που αποξηραίνονται συμπληρώνουν ιδανικά το κάδρο.

    «Τα σπίτια εδώ συναγωνίζονται ποιο έχει τις ομορφότερες ζωγραφιές στην πρόσοψή του. Τις φτιάχνουμε ξύνοντας τον τοίχο, γι’ αυτό και τα λέμε ξυστά. Υπάρχουν ειδικοί μαστόροι σοβατζήδες που κάνουν αυτή τη δουλειά και έχουν άμιλλα μεταξύ τους. Δεν έχουν όλοι το ίδιο ταλέ­ντο, αλλά έχουν την ίδια αγάπη για την τέχνη».

  • Κουρούτες Αμαρίου - Το χαρκιδιό με κράτησε επαέ

    Ο χαρκιάς (σιδεράς) με ένα μαναράκι (τσεκουράκι) στο χέρι.

    Αν περάσεις μέσα από ένα χωριό του Αμαρίου και σταματήσεις για να ζητήσεις κάποια πληροφορία, σίγουρα θα σου πουν: «Κάτσε επαέ να πιούμε μια ρακί». Ο Γιώργης Σαρρής, από το χωριό Κουρούτες, είναι χαρκιάς, δηλαδή σιδηρουργός. Το μαγαζί του είναι επάνω στον δημόσιο δρόμο κι όποιος ταξιδιώτης του απευθύνει τον λόγο, ο Γιώργης τον κερνάει κάτι τι στο διπλανό καφενείο. Ο καφετζής έχει βγάλει ένα μακρόστενο πάγκο στο πεζοδρόμιο, όπου ο χαρκιάς με τους φίλους του κάθονται και αγναντεύουν τις κορυφές του Ψηλορείτη, που βρίσκονται φάτσα μπροστά τους σε απόσταση αναπνοής.

  • Μίμης Δομάζος - Τροφοδοτεί τα όνειρά μας

    Χαρακτηριστική επέλαση που μοιάζει με χορευτική φιγούρα. Σαν να μην πέρασε μια μέρα.

    «Δεν σταματούσα ποτέ να παίζω ποδό­σφαιρο. Ακόμα και σαν παίχτης του Παναθηναϊκού έπαιζα μπάλα το πρωί στον δρόμο και το απόγευμα στο πρω­τάθλημα. Κουραζόταν πιο πολύ το μυαλό παρά τα πόδια μου. Έπρεπε να φτιάξω το παιχνίδι, να στείλω μπαλιές στον Αντωνιάδη, να αποφύγω τα χτυπήματα. Όταν γυρνούσα από τον αγώνα στο σπίτι δεν ήθελα για μια ώρα να μου μιλάει κανείς, για να ξεκουραστεί το μυαλό μου».