Ετικέτα: Προσωπογραφίες

  • Λεωνίδιο Κυνουρίας - Το παλαιότερο κατάστημα της Ελλάδας

    Πουλάνε τα πάντα, μέχρι και αυθεντικές εθνικές φορεσιές, που κατασκευάζουν οι ίδιοι.

    «Ο παραπροπάππος μου ερχόταν από την Κρήτη και λόγω μεγάλης θαλασσοταραχής έπιασε το καράβι που τον μετέφερε στον Καβομαλιά. Πέρασε μεγάλη περιπέτεια που τη διηγιόταν συνέχεια τα επόμενα χρόνια, σε σημείο που του έβγαλαν το παρατσούκλι Μαλέας. Γι’ αυτό με λένε και μένα Μαλέα».

  • Λίμνη Κερκίνη - Τρώμε όλοι από το ίδιο πιάτο

    Επί δεκαετίες μυεί τους επισκέπτες στη μαγεία της λίμνης. Οι ξεναγήσεις του μοιάζουν με μυσταγωγία.

    «Όταν βγαίνω για ψάρεμα δίπλα μου ψαρεύουν και οι πελεκάνοι. Κάποτε άκουσα φασαρία και σηκώνοντας το κεφάλι μου τι βλέπω; Ένας πελεκάνος προσπαθεί να καταπιεί ένα ψάρι, αλλά δεν χωράει στο στόμα του και έχει μείνει το μισό απέξω. Κοιτώντας την ουρά που εξέχει να είναι μια πιθαμή φαρδιά, λέω μέσα μου ότι αυτό είναι μεγάλο ψάρι. Αφήνω τη βάρκα και πηδάω στο νερό, τσαλαβουτάω στις λάσπες, πιάνω το πουλί και του αρπάζω το ψάρι από το στόμα. Του έπεφτε πολύ του πελεκάνου, ήταν παραπάνω από τις δυνατότητές του και δεν μπορούσε να το καταπιεί, ενώ εγώ είχα τόσες ανάγκες. Μετά από λίγη ώρα πούλησα το ψάρι στο χωριό και πήρα 3.500 δραχμές. Ήταν καλά λεφτά για εκείνη την εποχή».

  • Πύργος Σαντορίνης - Υπόσκαφα και φερεντίνια

    Σκάβει τη θηραϊκή γη και φτιάχνει υπόσκαφο για να διατηρεί τα κρασιά του.

    «Σκάβω με πελέκι (γκασμά) την άσπα (θηραϊκή γη) και φτιάχνω υπόσκαφο για να διατηρώ τα κρασιά μου. Η θηραϊκή γη είναι συμπυκνωμένο χώμα που περιέχει και ελαφρόπετρα. Το πελέκι μοιάζει με κασμά αλλά και διαφέρει, μου το έφτιαξε ένας γύφτος (σιδηρουργός). Με τον σεισμό του 1956 δεν έπεσε κανένα υπόσκαφο, είναι ασφαλή και δροσερά. Στο γκαράζ του σπιτιού μου, που είναι από μπετόν, είχε προχθές 29 βαθμούς, ενώ στο υπόσκαφο 19».

  • Καισαριανή - Δαμάζει το τιτάνιο

    Ξοδεύει τουλάχιστον σαράντα ώρες σκληρής δουλειάς για να φτιάξει ένα κόσμημα από τιτάνιο.

    «Πριν από λίγο καιρό με σύστη­σαν σε μία 70χρονη γυναί­κα. Μόλις έπιασε το χέρι μου για να με χαιρετήσει, είπε: Τι ωραίο δαχτυλίδι είναι αυτό που φοράς, μου αρέσει πολύ. Θα φορούσατε ένα τέτοιο δαχτυλίδι; τη ρώτησα. Οπωσ­δήποτε ναι, μου απάντησε. Συνήθως οι ηλικιωμένες γυναίκες φορούν μπρι­γιάν και χρυσά κοσμήματα, αυτή όμως είχε δυναμικό χαρακτήρα και την τράβηξε το δαχτυλίδι από τιτάνιο».

  • Κωνσταντινούπολη - Χιουνκιάρ μπεεντί

    Το σπίτι της θυμίζει έντονα Ελλάδα και τα πάντα βρίσκονται στην εντέλεια μέσα σ’ αυτό.

    «Το βλέπουμε ότι ο ελληνισμός τελειώνει αλλά δεν φεύγουμε. Είναι δύσκολο να ξεριζωθείς από κάτι φτιαγμένο και να ξεκινήσεις πάλι από το μηδέν. Εξάλλου, αν και μας έχουν καλομαγαλώσει, μάς έχουν συνάμα διδάξει και πώς να στεκόμαστε στα πόδια μας στις δυσκολίες. Δεν είμαστε παιδιά μόνο της αγκαλιάς και του μαλεμπιού (ρυζόγαλου)».

  • Γοργοπόταμος - Ζώντας κάτω από τη γέφυρα

    Το τρένο περνάει σχεδόν πάνω από το σπίτι του μυλωνά.

    «Γιατί κλαις πατέρα, με ρώτησαν τα παιδιά μου κάποτε που πήγαμε στην Αθήνα. Δεν κλαίω εγώ, τα μάτια μου κλαίνε από τις σκόνες και τα καυσαέρια, τους είπα. Έμεινα σαράντες μέρες στο νοσοκομείο και ούτε το νερό δεν μπορούσα να πιω. Δεν μου αρέσει το νερό στις δεξαμενές και στα νάιλον μπουκάλια. Είπα πώς και πώς να γυρίσω στο σπίτι μου δίπλα στο ποτάμι. Όταν πρωτοήρθα να ζήσω εδώ με πείραζε ο θόρυβος των νερών, μετά συνήθισα. Στα εγγόνια μου δεν αρέσει πολύ εδώ, επειδή έχει μοναξιά. Ούτε ρωτάνε πώς δουλεύει ο νερόμυ­λος. Μόνο για τα σκυλιά νοιάζονται, όλο κόκα­λα μαζεύουν και τα ταΐζουν».

  • Σαντορίνη - Αμπελουργοί με ρίζες χιλιάδων ετών

    Η πόρτα και το παράθυρο άνοιξαν μόνο για τις ανάγκες της φωτογράφησης, επειδή το φως βλάπτει τα κρασιά

    «Ο πατέρας μου μέχρι το 1974 έκανε 80-100 τόνους κρασί τον χρόνο και το έπαιρναν όλο οι Γάλλοι μέχρι σταγόνας. Εμείς το λέγαμε "μουρούκα" κι εκείνοι μπορντό. Κουβαλούσαμε το κρασί για τους Γάλλους με 100-200 ζώα φορτωμένα με τέσσερα τουλούμια (ασκούς κατσίκας) το καθένα. Τα πηγαίναμε στον γιαλό των Φηρών, όπου τα αδειάζαμε σε βαρέλια. Μετά πλέναμε τα τουλούμια με θαλασσινό νερό, επειδή ήταν από δέρμα για να συντηρηθούν για την επόμενη φορά».

  • Κάψια Αρκαδίας - Δεν ραντίζει ποτέ τα αμπέλια του

    Από την αρχαιότητα το οροπέδιο της Μαντινείας έχει αμπελώνες.«Αφήνω τα κλειδιά στην πόρτα για να μπαίνουν οι φίλοι μου. Δεν με νοιάζει αν μπει κανένας ξένος στο οινοποιείο και πάρει κάνα δυο κιλά κρασί. Απελευθερώθηκα από το άγχος της ιδιοκτησίας, ούτε καν σκύλο δεν χρειάζομαι για να με προστατεύει. Είχα έναν που γάβγιζε και φόβιζε τον κόσμο, γι’ αυτό τον λόγο τον έδωσα σ’ ένα φίλο».

  • Αθήνα - Πλάθοντας το φως

    Προσηλωμένος σε ανεπαίσθητες λεπτομέρειες διαχειρίζεται το φως.

    «Ξύπνησα ένα πρωί και βρήκα δίπλα στο μαξιλάρι μου μια μικρή φωτογραφική μηχανή, που μου χάρισε ένας θείος μου φωτογράφος. Βγήκα αμέσως στη γειτονιά και τράβηξα όλες τις φωτογραφίες. Θυμόμουν ότι δεν πρέπει να πάρει φως το φιλμ, γι’ αυτό τον λόγο κλείστηκα σε μια ντουλάπα και το ξεδίπλωσα, νομίζοντας ότι έτσι θα δω τις εικόνες. Δεν έβλεπα όμως στο σκοτάδι και άνοιξα λίγο την πόρτα της ντουλάπας, αλλά ούτε τότε τις είδα. Απογοητευμένος πήρα τον δρόμο για τον φωτογράφο της γειτονιάς, στο Ηράκλειο της Κρήτης. Του έδειξα το ξεδιπλωμένο φιλμ και εκείνος αντί να μου δώσει φωτογραφίες, μου έδωσε μια μούντζα. Επί χρόνια μού το χτύπαγε, πιο πολύ όταν έγινα γνωστός φωτογράφος».

  • Κωνσταντινούπολη - Διαβάζει συνεχώς βιβλία

    Του χάρισαν ένα κασκόλ της ΑΕΚ Κατερίνης και το προσέχει σαν κόρη οφθαλμού.

    Ο Βασίλης Λαμπρινιάδης είναι τρόφιμος του ελληνικού Γηροκομείου του Βαλουκλή στην Κωνσταντινούπολη. Το δωμάτιό του λάμπει από καθαριότητα και είναι γεμάτο βιβλία και λεξικά της ελληνικής γλώσσας. Έφυγε για την Ελλάδα το 1977 και ξαναγύρισε στην Πόλη το 2005 για να περάσει τα υπόλοιπα χρόνια της ζωής του. Δεν είναι παραπεταμένος στο γηροκομείο, αντίθετα ζει σ’ ένα αξιοπρεπέστατο περιβάλλον με επαρκές προσωπικό και τους γιατρούς του ελληνικού νοσοκομείου ένα βήμα πιο δίπλα αν παρουσιαστεί ανάγκη.

  • Θεσσαλονίκη - Το μπλουζ είναι η αλήθεια

    Οι συναυλίες τους αποτελούν μοναδική μυσταγωγία.

    «Ξεκίνησα με αφέλεια και ρομαντισμό. Νόμιζα ότι μέσω της μουσικής θα μοιραζόμουν με τους άλλους φιλία, πόνο και χαρά, αλλά απογοητεύτηκα. Μερικοί χρησιμοποι­ούν τη μουσική σαν όπλο και πολεμούν μεταξύ τους. Εμείς δεν έχουμε σχέση μ’ αυτά. Τραγουδάμε με τα μάτια κλει­στά και δεν κοιτάμε τις κάμερες, όταν αυτές στρέφονται επάνω μας».

  • Αθήνα - Επικοινωνεί με την ελιά

    Λατρεύει την ελιά επειδή είναι δύσκολο ξύλο και δεν τιθασεύεται εύκολα.

    «Από μικρή όταν έβλεπα ένα δέντρο ελιάς έφερνα στο μυαλό μου τα στεφάνια της αρχαιότητας. Πέρασαν πολλά χρόνια μέχρι το 2004, τότε που με την ευκαιρία των Ολυμπιακών Αγώνων, η Ακαδημία Αθηνών μού ζήτησε να φτιάξω δυο στεφανάκια γάμου από κλαδιά ελιάς. Ήθελαν να τα εντάξουν στην έκθεση με τίτλο "Ελιάς Εγκώμιο", που συνέδεε την ελιά με τη γέννηση, τον γάμο και τον θάνατο».

  • Βριλήσσια - Νεωτερισμοί «Σάκης»

    Πάντα ευγενική και εξυπηρετική.

    «Παλιά ήρθε ένας κύριος να νοικιάσει το μαγαζί και μας είπε: Θα το κάνω καφετέρια, θα φαίνεται μοντέρνο, θα βάλλω μάρμαρα, θα σας δώσω νοίκι δύο εκατομμύρια δραχμές. Εμείς, όμως, δεν δεχτήκαμε. Από το 1947 έχουμε το μαγαζί και έχουμε δεθεί πολύ μ’ αυτό. Εξ’ άλλου αν το αφήναμε με τι θα ασχολιόμασταν;».

  • Βυζάρι Αμαρίου Ρεθύμνου - Από την Ταϊτή στην Κρήτη

    Ανάμεσα στα αντικείμενα που φτιάχνει είναι και εξαιρετικά ξύλινα σκάκια.

    «Ρώτησα πιο είναι το πιο νότιο μέρος της Ευρώπης και μου είπαν η νότια Κρήτη. Έψαχνα να βρω έναν καλό τόπο για να ζήσω, που να κάνει ζέστη και να έχει ήλιο όλο τον χρόνο. Ονειρευόμουνα ένα σπίτι μακριά από πόλεις, που να έχει κοντά μια πηγή νερού και δέντρα. Στο πρώτο σπίτι που βρήκα δεν είχε ούτε ρεύμα, μόνο ένα τζάκι στη γωνιά. Για να ψήσω καφέ κάθε πρωί άναβα ξύλα, σιγά-σιγά όμως αγόρασα ένα πετρογκάζ από το μαγαζί του χωριού».

  • Ιωάννινα - Σκαλίζοντας το ασήμι

    Κρατάει ζωντανή την τέχνη της αργυροχοΐας από παιδί.

    «Δεν είμαι αργυροχρυσοχόος, αλλά σκέτο αργυροχόος. Από μικρός δεν τα πήγαινα καλά με τα γράμματα, ήταν και το πολύ ξύλο που τρώγαμε από τους δασκάλους. Το 1971 κατέβηκα στην Αθήνα και μαθήτευσα επί δυόμισι χρόνια δίπλα σε έναν Γιαννιώτη τεχνίτη. Τον θυμάμαι να με συμβουλεύει: Bάλε 70% καλλιτεχνία και 30% παραγωγή. Είχε δίκιο, αν έβαζα 100% τέχνη δεν θα έβρισκα ούτε έναν αγοραστή τον χρόνο, ενώ αν έδινα  μεγαλύτερο βάρος στην παραγωγή δεν θα κρατούσα την τέχνη ζωντανή».

  • Κωνσταντινούπολη - Είμαστε το αλάτι της Πόλης

     Τούρκοι μαθαίνουν ελληνικούς χορούς. Είναι μεγάλο το ενδιαφέρον για τις ελληνικές τέχνες στην Κωνσταντινούπολη.

    «Γεννήθηκα με την εισβολή στην Κύπρο. Τότε ήταν όλα μαύρα. Μεγάλωσα στο μπακάλικο του πατέρα μου στην Ίμβρο με τη ρωμαίικη ταυτότητα, ανάμεσα σε μπαχάρια, ξερές κόκκινες πιπεριές και μπάμιες περασμένες σε σχοινάκια». Ο μουσικός Στέλιος Μπερμπέρης ήρθε για μερικά χρόνια στην Ελλάδα για να σπουδάσει οικονομικά και να μαθητεύσει παραδοσιακή μουσική δίπλα στη Δόμνα Σαμίου. Μόλις τέλειωσε τις σπουδές του γύρισε πίσω στην Κωνσταντινούπολη.

  • Παλιάμπελα Πιερίας - Όπως οι αρχαίοι πιθαράδες

    Φτιάχνει σφυρίκια όπως οι αρχαίοι Έλληνες

    «Για να κατανοήσεις μια τέχνη πρέπει να τη μελετήσεις από τις ρίζες της. Γι' αυτό ταξίδεψα πολλές φορές στο Θραψανό Ηρακλείου, που είναι το κέντρο των πιθαράδων από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Πήγα και στις Μαργαρίτες Ρεθύμνου, όπου μαθήτευσα δίπλα στο Νικόλαο Καυγαλάκη, τον αποκαλούμενο Μαστοροκαυγαλάκη. Καλός τεχνίτης και άνθρωπος, ένα τον ρωτούσα και δέκα μου έλεγε. Σε άλλους ρωτάς ένα και σου λένε μισό. Εκπαιδεύτηκα και στο Χαροκοπιό, τα Βουνάρια και τους Κόμπους Κορώνης, δίπλα στον Γεώργιο Αγγελόπουλο. Εκεί φτιάχνουν πιθάρια με δικό τους μόνο χώμα και εντελώς πρωτόγονη τεχνική, καθώς δεν χρησιμοποιούν τροχό. Αντί να γυρίζει το πιθάρι γυρίζουν οι πιθαράδες γύρω απ’ αυτό».

  • Ελευσίνα - Είχα πάντα την Ελλάδα μέσα μου

    Ερασιτέχνες ψαράδες περνούν την ώρα τους ψαρεύοντας στην Ελευσίνα.

    «Ένας από τους πολλούς λόγους που αγαπώ την Ελλάδα είναι η θάλασσα. Κρίμα που δεν έχει και η πατρίδα μου η Αρμενία. Μ’ αρέσει να ψαρεύω τις Κυριακές, πιο πολύ για χόμπι. Να κάτσω στο σπίτι να κάνω τι; Να μου ζητάνε οι γυναίκες κάνε αυτό και κάνε το άλλο;».

  • Κερατσίνι - Με οδηγό τα άστρα

    Το λιμανάκι του Αγ. Νικολάου στο Κερατσίνι όπου συναντούνται οι μερακλήδες ψαράδες.

    «Το πιο ωραίο συναίσθημα είναι να ταξιδεύω μόνος νωρίς το πρωί, γιατί εκείνες τις ώρες φεύγω μακριά από τα προβλήματά μου. Είναι όμορφο να βλέπω τα φανάρια (φάρους) και να εκτιμώ σε ποιον τόπο βρίσκομαι. Το κάθε φανάρι αναβοσβήνει με τον δικό του τρόπο, κανένα δεν είναι το ίδιο με τα άλλα. Αν κι έχω GPS δεν το χρησιμοποιώ, προτιμώ να βρίσκω εμπειρικά την πορεία μου. Τα βράδια κοιτάζω στον ουρανό τον Σταυρό του Νότου και προσανατολίζομαι».

  • Συρράκο Ιωαννίνων - Ο τελευταίος τσέλιγκας

    Ο Τόλης ο τσέλιγκας εκτρέφει πρόβατα σπάνιας ράτσας «κομισάνα».

    «Δεν ευκαιρώ ούτε στα Γιάννινα να πάω για καφέ. Ασχολούμαι με τα ζώα 25 ώρες το 24ωρο, αν τα αφήσω μ’ άφησαν. Δεν είμαι σαν τους δημόσιους υπαλλήλους που παίρνουν άδεια και άντε γεια. Ο πρωθυπουργός έχει περισσότερο χρόνο από μένα». Ο Τόλης Ψόχιος είναι ο τελευταίος τσέλιγκας στο ιστορικό Συρράκο, που βρίσκεται σε υψόμετρο 1.200 μέτρων στην πλαγιά του όρους Περιστέρι της ανατολικής Ηπείρου.